Δύο συν ένα κριτήρια, πολιτικού και οικονομικού
χαρακτήρα κριτήρια, έθεσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) για να
αρχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς
κρατικών ομολόγων (QE). Μετά μία ταραχώδη διαπραγμάτευση μεταξύ των...
κεντρικών τραπεζιτών της Ευρωζώνης που φούντωσε τον τελευταίο μήνα και αφού το θέμα της ένταξης ή μη της Ελλάδας στο εν λόγω πρόγραμμα αναδείχθηκε σε μείζον προεκλογικό ζήτημα, ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μ. Ντράγκι αποφάσισε την Πέμπτη να προχωρήσει σε μία ισορροπημένη, πλην ιστορική, απόφαση.
Ειδικά σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, χωρίς να ανακοινώσει ότι είναι εκτός του QE, διαμόρφωσε ένα πλαίσιο ένταξής της τόσο «στενό» που αυτή τη στιγμή είναι άγνωστο εάν η όποια νέα κυβέρνηση καταφέρει να ανταποκριθεί στις προϋποθέσεις του κ. Ντράγκι. Τα δύο πολιτικά κριτήρια που έθεσε ο προέδρος της ΕΚΤ για να συμμετάσχει η Ελλάδα στο QE είναι:
1. Να βρίσκεται η χώρα σε πρόγραμμα. Στις 28 Φεβρουαρίου λήγει η τεχνική παράταση του υφιστάμενου προγράμματος και από τον Μάρτιο η ΕΚΤ θα αρχίσει να αγοράζει ομόλογα των άλλων χωρών της Ευρωζώνης.
2. Η Αθήνα να έχει ολοκληρώσει επιτυχώς τους ελέγχους που θα διενεργεί η τρόικα στο πλαίσιο του προγράμματος που θα υπάρχει.
Το οικονομικού χαρακτήρα κριτήριο είναι εκείνο που θα προσδιορίσει και το πότε θα ξεκινήσει η ΕΚΤ να αγοράζει ελληνικά ομόλογα. Σύμφωνα με τον κ. Ντράγκι, αυτό θα συμβεί εφόσον η Ελλάδα αποπληρώσει το ομόλογο που λήγει τον Ιούλιο και έχει στην κατοχή της η ίδια η ΕΚΤ. Το κριτήριο αυτό ετέθη για να διασφαλίσει ο κ. Ντράγκι ότι η νέα κυβέρνηση δεν θα προχωρήσει σε κάποια μορφή «κουρέματος» ή αθέτηση της υποχρέωσής της προς την Κεντρική Τράπεζα της Ευρωζώνης προτού ξεκινήσει να αγοράζει νέα ομόλογα της Ελλάδας. Υπό μία έννοια, ο κ. Ντράγκι απάντησε εμμέσως στα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που προεκλογικά έκαναν λόγο ακόμα για μη αποπληρωμή των ομολόγων που έχει η ΕΚΤ στο χαρτοφυλάκιό της, εάν κριθεί απαραίτητο.
Πάντως, μέχρι τον Ιούλιο μεσολαβούν κρίσιμοι πολιτικοί μήνες. Και στο πλαίσιο αυτό είναι αν μη τι άλλο αξιοσημείωτος ο διαχωρισμός της Ελλάδας από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης ως προς το πότε θα ξεκινήσει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων τους. Για την Ελλάδα αυτό θα συμβεί από τον Ιούλιο και υπό πολιτικές προϋποθέσεις, όταν το QE θα αρχίσει από τον Μάρτιο. Το συνολικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που παρουσίασε ο Μάριο Ντράγκι πραγματικά εντυπωσίασε τις αγορές και περιλαμβάνει αγορές κρατικών ομολόγων και άλλων τίτλων ύψους τουλάχιστον 1,1 τρισ. ευρώ μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2016 ή περίπου 60 δισ. ευρώ τον μήνα. Εξαιρετικά σημαντική είναι η δέσμευση της ΕΚΤ να συνεχίσει τις αγορές ομολόγων μέχρι να αποκατασταθεί η πορεία του πληθωρισμού προς τον στόχο του 2%. «Αχίλλειος πτέρνα» του είναι ο μη διαμοιρασμός του κινδύνου μεταξύ των κρατών - μελών της Ευρωζώνης για πρώτη φορά στην ιστορία της, στοιχείο που αναιρεί το δόγμα περί ενιαίας νομισματικής πολιτικής.
Τι είναι το QE
Η πολιτική της αγοράς κρατικών ομολόγων στο πλαίσιο ποσοτικής χαλάρωσης (QE) δίχασε όσο λίγες το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η «Κ» απαντά σε βασικά ερωτήματα σχετικά με το νέο αντισυμβατικό μέτρο της Φρανκφούρτης απέναντι στην οικονομική κρίση που εξακολουθεί να μαστίζει τη Γηραιά Ηπειρο.
• Τι είναι η ποσοτική χαλάρωση; Γιατί διεύρυνε η ΕΚΤ την πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης ώστε να αγοράσει και κρατικά ομόλογα;
Η ποσοτική χαλάρωση είναι η εκτύπωση χρήματος από την κεντρική τράπεζα για την αγορά χρεογράφων από τράπεζες, εταιρείες και κράτη, με σκοπό την τόνωση της ρευστότητας και την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας.
H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει εντολή να διασφαλίζει τη σταθερότητα των τιμών, που ορίζεται από τη σχετική συνθήκη ως πληθωρισμός οριακά χαμηλότερος από το 2%. Ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη καθ’ όλη τη διάρκεια του 2014 ήταν σημαντικά χαμηλότερος από το επίπεδο αυτό – η τελευταία φορά που ήταν πάνω από 1% ήταν τον Σεπτέμβριο του 2013.
Αντιδρώντας σε αυτήν την εξέλιξη, η ΕΚΤ ξεκίνησε τον Οκτώβριο αγορές καλυμμένων ομολόγων και, στη συνέχεια, τιτλοποιημένων στοιχείων ενεργητικού (ABS). Ωστόσο, τα στοιχεία του Δεκεμβρίου, που δημοσιεύθηκαν στις αρχές Ιανουαρίου, έδειξαν ότι, κυρίως εξαιτίας της ραγδαίας πτώσης της τιμής του πετρελαίου, η Ευρωζώνη έχει περάσει στο ολισθηρό πεδίο του αποπληθωρισμού (οι τιμές έπεσαν κατά 0,2% το τελευταίο δωδεκάμηνο).
Η απόφαση για επέκταση της ποσοτικής χαλάρωσης στην αμφιλεγόμενη τάξη των κρατικών ομολόγων υπαγορεύθηκε από την επιτακτική ανάγκη ανάσχεσης του αποπληθωρισμού, η εδραίωση του οποίου παγώνει τις καταναλωτικές δαπάνες και αυξάνει το πραγματικό χρέος των κρατών - μελών της Ευρωζώνης.
• Ποιες ήταν οι ενστάσεις κατά της ενεργοποίησης του μέτρου;
Ο βασικός πολέμιος εντός του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ της αγοράς κρατικών ομολόγων ήταν ο διοικητής της Bundesbank, Γενς Βάιντμαν. Τόσο στις ιδιωτικές διαβουλεύσεις του Δ.Σ. όσο και μέσω του Τύπου, ο κ. Βάιντμαν έκανε ό,τι μπορούσε για να αποτρέψει την ΕΚΤ να ακολουθήσει αυτό το «επικίνδυνο μονοπάτι», όπως το αποκαλούσε, που, κατά τη γνώμη του, θα μπορούσε να εκληφθεί ως νομισματική χρηματοδότηση (που απαγορεύεται από τη συνθήκη της Ε.Ε.). Η πραγματική ανησυχία της Γερμανίας που κρύβεται πίσω από αυτό το νομικό επιχείρημα είναι ότι σε περίπτωση χρεοκοπίας κράτους - μέλους της Ευρωζώνης μετά την ενεργοποίηση του διευρυμένου QE, θα υποστεί τις μεγαλύτερες απώλειες. Είναι μία ακόμα εκδοχή του γερμανικού βέτο κατά της αμοιβαιοποίησης των κινδύνων εντός της Ευρωζώνης, που έχει συμβάλει τα μέγιστα στη διαιώνιση της κρίσης.
Ωστόσο, οι ενστάσεις κατά της αγοράς κρατικών ομολόγων σε αυτή τη φάση δεν περιορίζονται σε όσους –σαν τον κ. Βάιντμαν και την έτερη Γερμανίδα στο Δ.Σ., Σαμπίνε Λότενσλεγκερ– εναντιώνονται για λόγους αρχής στο μέτρο. Αλλοι κεντρικοί τραπεζίτες επιχειρηματολογούσαν μέχρι προσφάτως υπέρ μιας στάσης αναμονής. Ηθελαν να περιμένουν έως ότου υπάρξουν περισσότερα δεδομένα για την αποτελεσματικότητα της πρώτης φάσης της ποσοτικής χαλάρωσης, που αφορούσε χρεόγραφα του ιδιωτικού τομέα.
• Τι έχουν κάνει οι άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες;
Η απόφαση της ΕΚΤ για μεγάλης κλίμακας ποσοτική χαλάρωση ακολουθεί στα βήματα των τριών άλλων μεγάλων κεντρικών τραπεζών του ανεπτυγμένου κόσμου – της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας (Fed) των ΗΠΑ, της Τράπεζας της Αγγλίας και της Τράπεζας της Ιαπωνίας. Στις ΗΠΑ, η Fed ανακοίνωσε μόλις τον περασμένο Οκτώβριο το τέλος του τρίτου γύρου του QE. Συνολικά, από το ξεκίνημα του προγράμματος, η αμερικανική ποσοτική χαλάρωση διόγκωσε τον ισολογισμό της Fed κατά 3,5 τρισ. δολάρια. Τόσο οι διαδοχικές αποφάσεις για την παράτασή του, όσο και η απόφαση για τη σταδιακή αποκλιμάκωσή του το 2013 αποδείχθηκαν εξαιρετικά επίμαχες. Ωστόσο, η πολιτική του Μπεν Μπερνάνκι οδήγησε σε μείωση της ανεργίας και θεαματική άνοδο των χρηματιστηριακών δεικτών, χωρίς να απειληθεί η σταθερότητα των τιμών.
Αντίστοιχα, το βρετανικό QΕ, που ενεργοποιήθηκε επίσης στις αρχές του 2009, έχει οδηγήσει σε τετραπλασιασμό του ισολογισμού της Τράπεζας της Αγγλίας και συνέβαλε στην –έστω ανισόρροπη– ανάκαμψη της βρετανικής οικονομίας. Ισως το πιο φιλόδοξο –αλλά και το λιγότερο επιτυχημένο έως τώρα– ήταν το ιαπωνικό, που εγκαινιάσθηκε τον Απρίλιο του 2013 με σκοπό την ένεση 1,4 τρισ. δολαρίων ΗΠΑ και την ανάταση της οικονομίας από δύο δεκαετίες αποπληθωρισμού. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, ο ισολογισμός της Τράπεζας της Ιαπωνίας, ως ποσοστό του ΑΕΠ, μετά και την ενίσχυση του QE τον περασμένο Οκτώβριο, πλησιάζει το 60%. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τη Fed, την Τράπεζα της Αγγλίας και την ΕΚΤ κυμαίνονται κάτω από το 25%.
Πηγή:www.kathimerini.gr
κεντρικών τραπεζιτών της Ευρωζώνης που φούντωσε τον τελευταίο μήνα και αφού το θέμα της ένταξης ή μη της Ελλάδας στο εν λόγω πρόγραμμα αναδείχθηκε σε μείζον προεκλογικό ζήτημα, ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μ. Ντράγκι αποφάσισε την Πέμπτη να προχωρήσει σε μία ισορροπημένη, πλην ιστορική, απόφαση.
Ειδικά σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, χωρίς να ανακοινώσει ότι είναι εκτός του QE, διαμόρφωσε ένα πλαίσιο ένταξής της τόσο «στενό» που αυτή τη στιγμή είναι άγνωστο εάν η όποια νέα κυβέρνηση καταφέρει να ανταποκριθεί στις προϋποθέσεις του κ. Ντράγκι. Τα δύο πολιτικά κριτήρια που έθεσε ο προέδρος της ΕΚΤ για να συμμετάσχει η Ελλάδα στο QE είναι:
1. Να βρίσκεται η χώρα σε πρόγραμμα. Στις 28 Φεβρουαρίου λήγει η τεχνική παράταση του υφιστάμενου προγράμματος και από τον Μάρτιο η ΕΚΤ θα αρχίσει να αγοράζει ομόλογα των άλλων χωρών της Ευρωζώνης.
2. Η Αθήνα να έχει ολοκληρώσει επιτυχώς τους ελέγχους που θα διενεργεί η τρόικα στο πλαίσιο του προγράμματος που θα υπάρχει.
Το οικονομικού χαρακτήρα κριτήριο είναι εκείνο που θα προσδιορίσει και το πότε θα ξεκινήσει η ΕΚΤ να αγοράζει ελληνικά ομόλογα. Σύμφωνα με τον κ. Ντράγκι, αυτό θα συμβεί εφόσον η Ελλάδα αποπληρώσει το ομόλογο που λήγει τον Ιούλιο και έχει στην κατοχή της η ίδια η ΕΚΤ. Το κριτήριο αυτό ετέθη για να διασφαλίσει ο κ. Ντράγκι ότι η νέα κυβέρνηση δεν θα προχωρήσει σε κάποια μορφή «κουρέματος» ή αθέτηση της υποχρέωσής της προς την Κεντρική Τράπεζα της Ευρωζώνης προτού ξεκινήσει να αγοράζει νέα ομόλογα της Ελλάδας. Υπό μία έννοια, ο κ. Ντράγκι απάντησε εμμέσως στα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που προεκλογικά έκαναν λόγο ακόμα για μη αποπληρωμή των ομολόγων που έχει η ΕΚΤ στο χαρτοφυλάκιό της, εάν κριθεί απαραίτητο.
Πάντως, μέχρι τον Ιούλιο μεσολαβούν κρίσιμοι πολιτικοί μήνες. Και στο πλαίσιο αυτό είναι αν μη τι άλλο αξιοσημείωτος ο διαχωρισμός της Ελλάδας από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης ως προς το πότε θα ξεκινήσει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων τους. Για την Ελλάδα αυτό θα συμβεί από τον Ιούλιο και υπό πολιτικές προϋποθέσεις, όταν το QE θα αρχίσει από τον Μάρτιο. Το συνολικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που παρουσίασε ο Μάριο Ντράγκι πραγματικά εντυπωσίασε τις αγορές και περιλαμβάνει αγορές κρατικών ομολόγων και άλλων τίτλων ύψους τουλάχιστον 1,1 τρισ. ευρώ μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2016 ή περίπου 60 δισ. ευρώ τον μήνα. Εξαιρετικά σημαντική είναι η δέσμευση της ΕΚΤ να συνεχίσει τις αγορές ομολόγων μέχρι να αποκατασταθεί η πορεία του πληθωρισμού προς τον στόχο του 2%. «Αχίλλειος πτέρνα» του είναι ο μη διαμοιρασμός του κινδύνου μεταξύ των κρατών - μελών της Ευρωζώνης για πρώτη φορά στην ιστορία της, στοιχείο που αναιρεί το δόγμα περί ενιαίας νομισματικής πολιτικής.
Τι είναι το QE
Η πολιτική της αγοράς κρατικών ομολόγων στο πλαίσιο ποσοτικής χαλάρωσης (QE) δίχασε όσο λίγες το διοικητικό συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η «Κ» απαντά σε βασικά ερωτήματα σχετικά με το νέο αντισυμβατικό μέτρο της Φρανκφούρτης απέναντι στην οικονομική κρίση που εξακολουθεί να μαστίζει τη Γηραιά Ηπειρο.
• Τι είναι η ποσοτική χαλάρωση; Γιατί διεύρυνε η ΕΚΤ την πολιτική της ποσοτικής χαλάρωσης ώστε να αγοράσει και κρατικά ομόλογα;
Η ποσοτική χαλάρωση είναι η εκτύπωση χρήματος από την κεντρική τράπεζα για την αγορά χρεογράφων από τράπεζες, εταιρείες και κράτη, με σκοπό την τόνωση της ρευστότητας και την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας.
H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει εντολή να διασφαλίζει τη σταθερότητα των τιμών, που ορίζεται από τη σχετική συνθήκη ως πληθωρισμός οριακά χαμηλότερος από το 2%. Ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη καθ’ όλη τη διάρκεια του 2014 ήταν σημαντικά χαμηλότερος από το επίπεδο αυτό – η τελευταία φορά που ήταν πάνω από 1% ήταν τον Σεπτέμβριο του 2013.
Αντιδρώντας σε αυτήν την εξέλιξη, η ΕΚΤ ξεκίνησε τον Οκτώβριο αγορές καλυμμένων ομολόγων και, στη συνέχεια, τιτλοποιημένων στοιχείων ενεργητικού (ABS). Ωστόσο, τα στοιχεία του Δεκεμβρίου, που δημοσιεύθηκαν στις αρχές Ιανουαρίου, έδειξαν ότι, κυρίως εξαιτίας της ραγδαίας πτώσης της τιμής του πετρελαίου, η Ευρωζώνη έχει περάσει στο ολισθηρό πεδίο του αποπληθωρισμού (οι τιμές έπεσαν κατά 0,2% το τελευταίο δωδεκάμηνο).
Η απόφαση για επέκταση της ποσοτικής χαλάρωσης στην αμφιλεγόμενη τάξη των κρατικών ομολόγων υπαγορεύθηκε από την επιτακτική ανάγκη ανάσχεσης του αποπληθωρισμού, η εδραίωση του οποίου παγώνει τις καταναλωτικές δαπάνες και αυξάνει το πραγματικό χρέος των κρατών - μελών της Ευρωζώνης.
• Ποιες ήταν οι ενστάσεις κατά της ενεργοποίησης του μέτρου;
Ο βασικός πολέμιος εντός του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ της αγοράς κρατικών ομολόγων ήταν ο διοικητής της Bundesbank, Γενς Βάιντμαν. Τόσο στις ιδιωτικές διαβουλεύσεις του Δ.Σ. όσο και μέσω του Τύπου, ο κ. Βάιντμαν έκανε ό,τι μπορούσε για να αποτρέψει την ΕΚΤ να ακολουθήσει αυτό το «επικίνδυνο μονοπάτι», όπως το αποκαλούσε, που, κατά τη γνώμη του, θα μπορούσε να εκληφθεί ως νομισματική χρηματοδότηση (που απαγορεύεται από τη συνθήκη της Ε.Ε.). Η πραγματική ανησυχία της Γερμανίας που κρύβεται πίσω από αυτό το νομικό επιχείρημα είναι ότι σε περίπτωση χρεοκοπίας κράτους - μέλους της Ευρωζώνης μετά την ενεργοποίηση του διευρυμένου QE, θα υποστεί τις μεγαλύτερες απώλειες. Είναι μία ακόμα εκδοχή του γερμανικού βέτο κατά της αμοιβαιοποίησης των κινδύνων εντός της Ευρωζώνης, που έχει συμβάλει τα μέγιστα στη διαιώνιση της κρίσης.
Ωστόσο, οι ενστάσεις κατά της αγοράς κρατικών ομολόγων σε αυτή τη φάση δεν περιορίζονται σε όσους –σαν τον κ. Βάιντμαν και την έτερη Γερμανίδα στο Δ.Σ., Σαμπίνε Λότενσλεγκερ– εναντιώνονται για λόγους αρχής στο μέτρο. Αλλοι κεντρικοί τραπεζίτες επιχειρηματολογούσαν μέχρι προσφάτως υπέρ μιας στάσης αναμονής. Ηθελαν να περιμένουν έως ότου υπάρξουν περισσότερα δεδομένα για την αποτελεσματικότητα της πρώτης φάσης της ποσοτικής χαλάρωσης, που αφορούσε χρεόγραφα του ιδιωτικού τομέα.
• Τι έχουν κάνει οι άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες;
Η απόφαση της ΕΚΤ για μεγάλης κλίμακας ποσοτική χαλάρωση ακολουθεί στα βήματα των τριών άλλων μεγάλων κεντρικών τραπεζών του ανεπτυγμένου κόσμου – της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας (Fed) των ΗΠΑ, της Τράπεζας της Αγγλίας και της Τράπεζας της Ιαπωνίας. Στις ΗΠΑ, η Fed ανακοίνωσε μόλις τον περασμένο Οκτώβριο το τέλος του τρίτου γύρου του QE. Συνολικά, από το ξεκίνημα του προγράμματος, η αμερικανική ποσοτική χαλάρωση διόγκωσε τον ισολογισμό της Fed κατά 3,5 τρισ. δολάρια. Τόσο οι διαδοχικές αποφάσεις για την παράτασή του, όσο και η απόφαση για τη σταδιακή αποκλιμάκωσή του το 2013 αποδείχθηκαν εξαιρετικά επίμαχες. Ωστόσο, η πολιτική του Μπεν Μπερνάνκι οδήγησε σε μείωση της ανεργίας και θεαματική άνοδο των χρηματιστηριακών δεικτών, χωρίς να απειληθεί η σταθερότητα των τιμών.
Αντίστοιχα, το βρετανικό QΕ, που ενεργοποιήθηκε επίσης στις αρχές του 2009, έχει οδηγήσει σε τετραπλασιασμό του ισολογισμού της Τράπεζας της Αγγλίας και συνέβαλε στην –έστω ανισόρροπη– ανάκαμψη της βρετανικής οικονομίας. Ισως το πιο φιλόδοξο –αλλά και το λιγότερο επιτυχημένο έως τώρα– ήταν το ιαπωνικό, που εγκαινιάσθηκε τον Απρίλιο του 2013 με σκοπό την ένεση 1,4 τρισ. δολαρίων ΗΠΑ και την ανάταση της οικονομίας από δύο δεκαετίες αποπληθωρισμού. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, ο ισολογισμός της Τράπεζας της Ιαπωνίας, ως ποσοστό του ΑΕΠ, μετά και την ενίσχυση του QE τον περασμένο Οκτώβριο, πλησιάζει το 60%. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τη Fed, την Τράπεζα της Αγγλίας και την ΕΚΤ κυμαίνονται κάτω από το 25%.
Πηγή:www.kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.